Επιτέλους φτηνό σουβλάκι

 
Του Γιώργου Καισάριου

Μου έλεγαν ότι δεν μπορεί να γίνει. Μου έλεγαν ότι δεν έχει γίνει ποτέ και δεν θα ζήσουμε να το δούμε. Αυτό που έλεγαν ότι δεν μπορεί να γίνει, είναι να δούμε μείωση στην τιμή του εθνικού fast food, το σουβλάκι.

Ναι αγαπητέ αναγνώστη, όσο δύσκολο κι αν είναι να το πιστέψετε, οι τιμές στις ψησταριές για ένα σουβλάκι πέφτουν. Και μάλιστα, πέφτουν κατακόρυφα.

Ενώ μέχρι πέρυσι η τιμή για ένα σουβλάκι στις περισσότερες ψησταριές που εγώ έχω επισκεφτεί ήταν περίπου 2 ευρώ, φέτος βλέπω ότι όλο
  και περισσότεροι χρεώνουν κοντά στο 1,50 ευρώ. Ποσοστιαία, αυτό είναι μια μείωση περίπου 25%.

Μου έλεγαν (το αιώνιο παραμύθι) ότι ανέβηκε ο ΦΠΑ και θα πρέπει να ανέβει αναγκαστικά και η τιμή στο σουβλάκι. Το πρόβλημα είναι ότι η συνολική τιμή ανέβαινε περισσότερο από το συνολικό ΦΠΑ.

Τους έλεγα ότι 2 ευρώ ήταν υπερβολικά ακριβά, όχι μόνο τηρουμένων των αναλογιών για το τι παίρναμε, αλλά συγκριτικά με πολλές άλλες χώρες στον κόσμο και με κορόιδευαν.

Τους έλεγα να στριμώξουν τους προμηθευτές τους για καλύτερες τιμές και μου έλεγαν ότι δεν γίνεται. Πως είναι δυνατόν οι τιμές στην λιανική να πέφτουν και στην χοντρική πάντα να ανεβαίνουν, ποτέ δεν το έχω καταλάβει.

Η αλαζονεία πολλών που είχαν ψησταριές ήταν απίστευτη. Πίστευαν, (όπως οι αγοραστές ακινήτων) ότι δεν θα έρθει ποτέ η μέρα όπου θα αναγκαστούν να ρίξουν τις τιμές. Πίστευαν ότι δεν θα εκτεθούν ποτέ στον έντονο ανταγωνισμό.

Τους έλεγα ότι έρχεται έντονος αποπληθωρισμός και με κοίταζαν σαν να είμαι τρελός. Όπου πήγαινα, προσπαθούσα να μεταδώσω στην διοίκηση της ψησταριάς την ιδέα να ρίξει τις τιμές αν θέλει να επιβιώσει και μου έλεγαν ότι αυτό δεν γίνεται.

Πριν 3 χρόνια, άρχισα να προειδοποιώ την αγαπημένη μου ψησταριά στον Πύργο (Το Σπιτικό, απέναντι από το παλαιό νοσοκομείο) να ρίξει τις τιμές διότι θα υπάρξει έντονος ανταγωνισμός στο μέλλον. Όχι μόνο διότι ήθελα να ψωνίζω φτηνότερα, αλλά και διότι δεν ήθελα να κλείσει.

Το 2010 μου είπε ότι ο τζίρος του ήταν μειωμένος κατά 30% σε σχέση με το 2009. Το 2011 μου είπε ότι ο τζίρος του ήταν μειωμένος κατά 50% σε σχέση με το 2010. Παρ΄ όλ΄ αυτά όμως, ανέβασε τις τιμές!!!

Θυμάμαι πολύ καλά ότι του άσκησα έντονη κριτική για αυτή την αύξηση, στο βαθμό μάλιστα που παραλίγο να παρεξηγηθώ. Του εξήγησα ότι θα πρέπει επειγόντως να μειώσει τις τιμές, διότι σε διαφορετική περίπτωση, ο όγκος των πωλήσεων θα πέσει σε τέτοιο επίπεδο, που θα μπαίνει μέσα.

Δυστυχώς φέτος το καλοκαίρι η ψησταριά αυτή έκλεισε (κλαψ, κλαψ). Δεν ξέρω αν δεν ήθελε, αν δεν μπορούσε, αν δεν το έβλεπε ή απλά αν αποφάσισε να κάνει stop loss -σημασία έχει ότι η αγαπημένη μου ψησταριά δεν υπάρχει πια.

Είναι πάρα πολύ δύσκολο να αλλάξει η αντίληψη στο γύρισμα της τάσης. Είναι επίσης πάρα πολύ δύσκολο να αλλάξουν οι εδραιωμένες αντιλήψεις, που έχουν εδραιωθεί μετά από δεκαετίες παρατήρησης.

Μια τέτοια αντίληψη είναι ότι η γη ποτέ δεν χάνει. Μια άλλη αντίληψη είναι (ήταν) ότι το σουβλάκι ποτέ δεν πέφτει.

Αυτές οι εδραιωμένες αντιλήψεις πλέον αλλάζουν. Δυστυχώς λόγω οικονομικής συγκυρίας. Θα ήταν καλό αυτές οι αντιλήψεις να είχαν αλλάξει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά δυστυχώς δεν μπορέσαμε σαν κράτος και σαν κοινωνία να εδραιώσουμε τον έντονο ανταγωνισμό μεταξύ των εμπλεκομένων της αγοράς (είτε είναι εμπορικά είτε σουβλατζίδικα).

Όπως νοσεί ο κρατικός τομέας, άλλο τόσο νοσεί στην Ελλάδα και ένα μεγάλο μέρος του ιδιωτικού τομέα. Ένας από αυτούς τους κλάδους, κατά την άποψη μου, είναι το μοντέλο της ψησταριάς – σουβλατζίδικου.

Υπάρχει όμως ελπίδα αγαπητέ αναγνώστη. Οι τιμές στο σουβλάκι είναι πλέον καθοδικές. Επιπλέον, αν δει κανείς τις τιμές των "lunch special" στα κινέζικα εστιατόρια της Νέας Υόρκης, αντιλαμβάνεται ότι οι τιμές ακόμα θα πρέπει να πέσουν πάρα πολύ.

Ενδεικτικά, στο Περιστέρι (ο δήμος διαμονής και καταγωγής μου), Κωνσταντινουπόλεως και Θηβών, στη βορειοανατολική γωνία, πίτα με καλαμάκι από όλα (full extra) θα σας κοστίσει μόνο 90 cents!!

Ναι σωστά ακούσατε... 90 cents. Θα χρειαστεί όμως 20 λεπτά αναμονή (τουλάχιστον) να παραλάβετε την παραγγελία σας, διότι με αυτές τις τιμές, η ουρά είναι αρκετά μεγάλη.



πηγή: capital.gr